Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

ΝΥΧΤΟΠΕΡΠΑΤΗΜΑΤΑ

 






Η μορφη στην κορυφη της ανηφορας ισα που διακρινεται μες΄το μισοσκοταδο. 

Κινειται αργα προς το μερος μου.

Οσο πλησιαζει,αν και μας χωριζουν ακομη τουλαχιστον πενηντα μετρα,καταλαβαινω ότι προκειται για αντρα: είναι ψηλος,μεγαλοσωμος και περπαταει αργα.Σα να παραπαταει λιγο.                                    Κατι κραταει στο δεξι του χερι.Μια σακουλα? Κατι τετοιο.

Κοντοστεκομαι-πραγμα που είναι λαθος όταν ανεβαινεις μια αποτομη ανηφορα,αλλα μπορει να αποδειχθει πολύ σωστο όταν σε πλησιαζει ενας αγνωστος μεσα στην ερημια και τα σκοταδια.Αναρωτιεμαι στιγμιαια τι την ηθελα τη βολτα τετοια ωρα: ειμαι που ειμαι «παρανομη» μιας κι είναι μεσανυχτα κι η απαγορευση ισχυει απ΄τις 10,τωρα θα με δολοφονησουν κιολας.                        Μια χαρα.

«Συνελθε» λεω στον εαυτο μου «Πρωτον,μπορει απλα να είναι καποιος ¨παραξενος¨ απ΄τους καναδυο που εχει η γειτονια.Δευτερον,θα βαλεις τις φωνες κι ολο και καποιος θα σε ακουσει και θα βγει.»

Γι΄αυτό το «δευτερον» δεν ειμαι και πολύ σιγουρη.Πριν λιγους μηνες,το Καλοκαιρι,που δεν ειχαμε καν καραντινα,πεθανε ανθρωπος από ανακοπη μεσα σε σουπερ μαρκετ της περιοχης και κανεις,ουτε η φαρμακοποιος που κληθηκε για πρωτες βοηθειες,δεν τολμησε να του δωσει το φιλι της ζωης.

«Ολοι φοβηθηκαν τωρα με τον ιο,καταλαβαινεις,είναι περιεργες εποχες,ποιος να ρισκαρει?»            Αυτή ηταν η ατακα που ακουσα από την ιδια τη φαρμακοποιο που μου διηγηθηκε το συμβαν.      Δηλαδη, πελατες και προσωπικο ειδαν τον ανθρωπο να πεφτει κατω και να μπλαβιζει μπροστα στις ντοματες και τους μαιντανους και φοβηθηκαν να τον πλησιασουν!

Καλεσαν το ΕΚΑΒ,του εκαναν μαλαξεις αλλα κανεις δεν τολμησε να του δωσει ανασα απ΄την ανασα του. Επρεπε «να μεινουν ασφαλεις».                                                                                                          Κι ο ανθρωπος ειχε γινει μπλε μπροστα στα ματια τους-ελα,ελα,δε θελω καν να το σκεφτομαι.            Δεν ξερω αν θα ειχε σωθει αν καποιος του εκανε τεχνητη αναπνοη,μπορει και όχι,αλλα το σκεπτικο ηταν απανθρωπο από μονο του: «…είναι περιεργες εποχες,ποιος να ρισκαρει?»

Γινομαστε απανθρωποι,για να μεινουμε ασφαλεις. Απανθρωπια στο ονομα της κοινης ασφαλειας και της υπευθυνοτητας.Καλα παμε,θαρρω...

Στο ιδιο σουπερ μαρκετ εγινα προχτες μαρτυρας αλλης μιας σκηνης,όχι απανθρωπιας αυτή τη φορα αλλα απολυτου παραλογισμου.

Περιμενω στην ουρα για ταμειο κρυφοβγαζοντας τη μυτη μου εξω απ΄τη μασκα γιατι εχω αρχισει να δυσφορω.

«Σας παρακαλω,καντε πιο πισω!Πιο πισω!» ακουω ξαφνικα και κοιταζω γυρω μου να δω μηπως το λενε σε μενα,μηπως παραπλησιασα καποιον αθελα μου και πρεπει να ζητησω συγγνωμη.

Μια ψηλη μελαχροινη στο διπλα ταμειο απευθυνεται αγριεμενη στη μικροκαμωμενη ξανθια που περιμενει τη σειρα της πισω της.

«Μα σας παρακαλω,καντε πιο πισω!Βλεπετε την ενδειξη?Πρεπει να στεκεστε πισω από αυτή!» της λεει ενω της δειχνει με το δαχτυλο το κοκκινο στρογγυλο αυτοκολλητο στο δαπεδο,αυτό που σου λεει πού πρεπει να σταθεις-πού πρεπει να σταθεις για να εισαι ασφαλης,για φαντασου,κανει και ριμα.

Η μικροκαμωμενη ξανθια υπακουει κι οπισθοχωρει αμιλητη,σαν παιδι που ξερει οτι εχει κανει ζημια.

Τα βλεμματα μας συναντιουνται στιγμιαια και την κοιταω με κατανοηση-αλλα,αν φαινεται σα βλεμμα μομφης επειδη φοραω μασκα και δεν αποδιδω σωστα το συναισθημα?

Την ξανακοιταζω σα να της λεω «μη δινεις σημασια,μερικοι εχουν λαλησει» αλλα και παλι δεν καταλαβαινω αν «το επιασε.»

Α,μα πια.Κουραστηκα με την παραννοια.Λιγα λεπτα νωριτερα που εμπαινα στο σουπερ,ειπα να προσπερασω τη στηλη με το ηλεκτρονικο θερμομετρο μετωπου-και καλα ότι δεν το ειδα-αλλα ενας ευγενεστατος σεκιουριτας εσπευσε να με εγκαλεσει στην ταξη: «Περαστε για μια θερμομετρηση παρακαλω.»

Εντωμεταξυ,νομιζω πως το εχω ξαναγραψει,η συγκεκριμενη αλυσιδα σουπερ μαρκετ εχει στην περιοχη τρια καταστηματα.                                                                                        

Στο ένα σε ρωτανε αν θες να σε θερμομετρησουν.Στο άλλο δε σου λεει τιποτα κανεις,υπαρχει στην εισοδο μια στηλη μ΄ένα ηλεκτρονικο θερμομετρο αλλα ουδεις ασχολειται μαζι της.Στο τριτο,αυτό που βρεθηκα εγω γιατι αυτό με βολευε στην προκειμενη,προφανως δεν μπαινεις αμα δε μετρηθεις.              Η κολλητη μου,λεει ότι μπορεις να αρνηθεις,είναι προσωπικο δεδομενο,αλλα απ΄την άλλη γιατι να φερω σε δυσκολη θεση τον ερμο τον μεσοκοπο σεκιουριτυ,που σα να μην του εφταναν οι νεοπλουτες της περιοχης με τις πετσετε φορμες Juicy Couture που τσακωνονται για μια θεση, όχι στον ηλιο αλλα στο παρκινγκ,τωρα πρεπει να τις θερμομετραει κιολας?

Μολις περασεις λοιπον τη θερμομετρηση,εχει και συνεχεια: ενας υπαλληλος σε περιμενει λιγο πιο κατω για να σε ρωτησει ευγενικα αν θες καλαθι ή καροτσι.Ο,τι διαλεξεις σου απολυμαινει πρωτα τη λαβη και μετα το παιρνεις-για να εισαι ασφαλης.

 Με κανει παντα να αισθανομαι πολύ αβολα αυτή η εικονα.Ο υπαλληλος εκει ορθιος για ωρες μπροστα στα καλαθια και τα καροτσια,με το ειδικο πανακι και το απολυμαντικο σπρευ στο χερι,με το χαμογελο, «Τι θελετε,καλαθι ή καροτσι?»,να απολυμαινει τις λαβες για να τις πιασουμε εμεις οι πελατες…αχ δεν ξερω,δεν ξερω,μπορει να υπερβαλλω,μπορει ολη αυτή η κατασταση και η επ΄αοριστον παραταση της (δεν πιστευω να νομιζει κανεις ότι Γεναρη ξεμπερδεψαμε,ε?),ολο αυτό μπορει να εχει αρχισει να γινεται too much to handle anymore.Νομιζω ότι καπου εδώ πλησιαζουμε στα ορια μας.

«Μα σας παρακαλω,μην ακουμπατε τα πραγματα σας ακομη!Δεν επιτρεπεται αυτό που κανετε!Βαλτε τα πισω σας παρακαλω,δε βλεπετε ότι δεν εχω τελειωσει?» φωναζει ξαφνικα παλι η μελαχροινη,μιας κι η ξανθια τολμησε να ακουμπησει δυο πραγματα στον ιμαντα πριν εκεινη γεμισει και την τελευταια της σακουλα.

 «Ε να σας πω τωρα,νομιζω ότι εχετε σοβαρο θεμα!» ξεσπαει επιτελους η ξανθια (αν δεν μιλαγε και τωρα θα μιλαγα εγω,δε θ΄αντεχα), «Σας παρακαλω ΠΟΛΥ» συνεχιζει εντονα η μελαχροινη «ειμαι υγειονομικος υπαλληλος και ξερω πολύ καλα τους κανονες ασφαλειας!Πρεπει να τηρουμε αποστασεις!Πηγαιντε σας παρακαλω πιο πισω!»,νομιζω πως θα εκραγω αν δε μιλησω,δινω την καρτα μου να πληρωσω και την ιδια στιγμη γυρναω χωρις καν να το σκεφτω και της λεω ηρεμα αλλα εντονα: «Κυρια μου,παραλογιζεστε!Δηλαδη αμα ακουμπησει τη Nutella η επομενη πελατισσα στον ιμαντα την ωρα που εσεις βαζετε τα πραγματα στις σακουλες,πιστευετε ότι ΘΑ ΚΟΛΛΗΣΕΤΕ ΚΟΡΩΝΟΙΟ?Σοβαρα τωρα?»                                             

«Σας παρακαλω,δεν ανοιγω διαλογο μαζι σας!» μου αντιγυριζει, «Μα είναι δυνατον» παιρνει τωρα θαρρος η μικροκαμωμενη ξανθια «να κανετε ετσι?Προφανως κι εχετε καποιο θεμα!Δηλαδη,καπου ελεος!» «Αχ σας παρακαλω,σας παρακαλω,μηπως μπορω να βοηθησω σε κατι?» μας λεει γλυκα-γλυκα μια υπευθυνη του καταστηματος που καταφτανει τρεχοντας να αποτρεψει το ξεμαλλιασμα-κι αν μας βουτηξει η νταρντανα η μελαχροινη κι εμενα και την ξανθια την εχουμε βαμμενη.

«Εγω φταιω!Εγω φταιω που σας ενημερωνω για τις αποστασεις και τηρω τους κανονες υγιεινης!» φωναζει η μελαχροινη φευγοντας με το καροτσι της φορτωμενο,σιγουρα βριζοντας μας από μεσα της,την ιδια στιγμη που η υπευθυνη του καταστηματος κανει ενα "Ουφ" ανακουφισης που απετραπη ο καυγας μεσα στο μαγαζι.


Αν το καλοσκεφτεις,συλλογιζομαι ανεβαινοντας αργα την ανηφορα που οδηγει στο σπιτι μου και με τα ματια καρφωμενα στη σκοτεινη φιγουρα που είναι πια καμμια εικοσαρια μετρα μακρια μου,αν το καλοσκεφτεις θα πρεπει να περιμενουμε πολλες ακραιες συμπεριφορες πλεον.                                    Εδω την πρωτη φορα που ολο αυτό ηταν πρωτογνωρο και ξεραμε ότι εχει ημερομηνια ληξης στο Καλοκαιρι,και παρ΄όλα αυτα ειχαμε τοσα περιστατικα βιας-ενδοοικογενειακης βεβαια.                          Η «εκτος σπιτιου» εγκληματικοτητα υποτιθεται ότι ειχε μειωθει αισθητα.                                          Τωρα όμως που είναι και Χειμωνας κι ολο αυτό δειχνει να τραβαει κι εχουν σφιξει τα λουρια και κλεινουν ολο και περισσοτερες επιχειρησεις κι ο κοσμος ζοριζεται τρομερα και δεν ξερει τι του ξημερωνει…ποιος μας λεει ότι δε θα δουμε διάφορα ακομη πιο δυσαρεστα?                                            Κι αν αυτος μπροστα μου που εχει σταθει σα μπαστακας στο τελος της ανηφορας και με παρακολουθει,εχει παραννοησει και με σφαξει? Να κανω πισω τωρα και να παω απο αλλου? "Ελα,Μυρτω,θαρρος,προχωρα"μου λεει η μια φωνη μεσα μου,κι η αλλη:"Τι την ηθελες τη βολτα μωρε νυχτιατικα!"

Δεν αντεχα όμως άλλο-επρεπε να βγω.

Εγραψα ένα χαρτακι με κωδικο Β1,του τυπου «φαρμακειο»,και πηρα τους δρομους,εντεκα η ωρα τη νυχτα.Αν με σταματαγε η αστυνομια θα ελεγα ότι ψαχνω εφημερευον.

«Θα σε ρωτησουν γιατι δεν πας με το αυτοκινητο!» με προειδοποιησε η μανα μου.

«Θα τους πω γιατι ετσι!Μου χαλασε!Δεν εχω βενζινη!Εμεινα από μπαταρια σαν εσενα προχτες!Δεν καταλαβα, που θα τους δωσω κι αναφορα πώς θα παω»-κι εφυγα.

Ειχα τρομερη υπερενταση,εφταιγε κι ο φρεντο που ηπια στις 9 το βραδυ (δεν το ξανακανω),καπου επρεπε να παω,δε γινοταν.Ετσι κι αλλιως παντα ημουν νυχτοπουλι.

Ξελαμπικαρεις απιστευτα με το περπατημα.Τις προαλλες πηρα και την Ελπιδα μαζι,η οποια σε λιγες μερες θα κλεισει τα 13 και βιωνει την κυκλοθυμια της εφηβειας σε ολο της το μεγαλειο.                          Ολο το απογευμα ηταν κλεισμενη στο δωματιο της και τσακωνοταν με τους φιλους της μεσω βιντεοκλησης.

Η παρεξηγηση ξεκινησε γιατι οι δυο κολλητες της, εκαναν ένα στορυ στο Instagram από κοινου και δεν την συμπεριελαβαν: εσχατη προδοσια για μια 13χρονη!

Κουβεντα στην κουβεντα και μηνυμα στο μηνυμα η μπαλλα πηρε και τα δυο αγορια κολλητους της (που δε φταιγαν σε τιποτα αλλα αφου εμπλεξαν με τα θηλυκα κι αυτοι…),στο τελος εφτασαν ολοι να την παρηγορουνε (ετσι είναι η Ελπιδα,δεν ξερω πώς το καταφερνει) κι εκεινη να μην απανταει σε κλησεις και να κλαιει στο κρεβατι της.Δυο φορες πηγα να της μιλησω,και τις δυο μ΄εδιωξε.

«Φυγαμε» της λεω τελικα και σχεδον με το ζορι την πηρα μαζι μου στους δρομους.

Την ξεποδαριασα κυριολεκτικα!Επι δυομιση ωρες περπαταγαμε και περπαταγαμε, και μιλουσαμε και τα λεγαμε,και μου ανοιξε την καρδια της -κατι που ειχε πολύ καιρο να κανει- και μου τα 'πε και τη συμβουλεψα και της ειπα και για τις δικες μου εφηβικες παρεξηγησεις με φιλους και της εξηγησα πού κατα τη γνωμη μου ειναι λαθος και πού εχει δικιο-και τη γυρισα σπιτι με κοκκινα μαγουλα και γαληνεμενη ψυχουλα. Το ΄χε αναγκη το παιδι,να βγει,να το χτυπησει ο κρυος αερας,να κινηθει,να μιλησει στη μανα του,μονο οι δυο μας,εγω κι αυτη,η μανα κι η πρωτοκορη της.


Αυτή τη νυχτα όμως ξεπορτισα ολομοναχη.

Η ερημια κι η ησυχια μετα τις 10 είναι σχεδον τρομαχτικες,βασικα εχουν κατι το υπεροχο και κατι το τρομαχτικο μαζι.Ειναι υπεροχο γιατι εισαι κυριολεκτικα εσυ κι ο εαυτος σου και μπορεις να σκεφτεις πιο καθαρα,μπορεις κατα καποιον τροπο ν' ακουσεις μεχρι και τις ιδιες σου τις σκεψεις.                      Μεσα στην απολυτη σιωπη ακουγονται τα παντα.

Είναι όμως και αποκοσμο.Περπατας στους αδειους δρομους,δεν υπαρχει γυρω σου ψυχη,ακους μονο τον ανεμο αναμεσα στα φυλλα των δεντρων,βλεπεις τα στολισμενα σπιτια με τα λαμπακια τους στις βεραντες να τα κουναει περα-δωθε ο αερας και τους πλαστικους φωτεινους Αγιοβασιληδες που προσπαθουν να σκαρφαλωσουν τα καγκελα (παντα μου προκαλουσε λιγο θλιψη αυτή η εικονα και ποτέ δεν πηρα τετοιο «στολιδι»),βλεπεις ολη αυτή τη χρωματικη και φωτεινη πανδαισια (τριβει τα χερια της η ΔΕΗ κάθε χρονο τετοιες μερες) κι απ΄την άλλη βασιλευει η απολυτη σκοτεινη σιωπη: σχεδον ψηλαφητη ησυχια,όπως όταν χιονιζει και το εχει στρωσει.Λες και καποιος παγωσε το χρονο και τους κοιμισε ολους-κατι που δε διαφερει και πολύ απ΄την πραγματικοτητα,μιας και μας βαζουν πλεον για νανι νωρις,πριν τις 10.Ή μαλλον μας βαζουν για νανι,γενικως.Και πριν και μετα τις 10.

Εκει που οντως μου σηκωθηκε η τριχα ηταν καποια στιγμη που μες΄τη σουρεαλιστικη αυτή ηρεμια και σιωπη,ετσι όπως περπατουσα,τ΄αυτι μου επιασε μια Χριστουγεννιατικη ηλεκτρονικη μελωδια.                

Δε μπορουσα να καταλαβω από που ερχοταν.                                                                                        Οσο περπατουσα το τραγουδακι δυναμωνε,ηταν κατι σαν το Jingle Bells που ακουγεται από μερικα Χριστουγεννιατικα παιχνιδια,με το πατημα ενός κουμπιου.Ηταν ανατριχιαστικο.

Προσπαθουσα ματαια να εντοπισω την πηγη του ηχου που οσο ποροχωρουσα ολοενα και δυναμωνε κι ηταν σα σκηνη από θριλερ: νυχτα,ερημια στους δρομους,όλα φωτισμενα αλλα χωρις ιχνος ζωης τριγυρω-και ξαφνικα μια Χριστουγεννιατικη μελωδια ακουγεται από το πουθενα…                                  Τελειο σκηνικο,ε Στεφεν?

Περνωντας μπροστα από μια καβα βρηκα τελικα τι ηταν: κατι πολυχρωμα φωτακια με μουσικη που ειχε κρεμασει απ΄εξω ο ιδιοκτητης του καταστηματος. «Φωτακια με μουσικη σε εξωτερικο στολισμο?Πρωτοτυπο» σκεφτηκα.                                                                                  

Οσο απομακρυνομουν απ΄το σημειο κι εσβηνε σιγα σιγα ο ηχος στ΄αυτια μου, αναρωτιομουν αν ημουν πολύ χαζη που προς στιγμην ανατριχιασα-αλλα ειπαμε: περιεργες εποχες.                              

Και πρεπει να προσαρμοστουμε.Να προσαρμοστουμε αλλα χωρις να συνηθισουμε.

Αν συνηθισουμε τη βαψαμε.

Πωπω,απεχθανομαι τις απαισιοδοξες σκεψεις.Αλλα και τι να κανεις,να ζεις σε ένα ροζ συννεφακι και να αυτοπαραμυθιαζεσαι ότι ελα μωρε,όλα καλα,θα μπολιαστουν οι παππουδες και προς Απριλη μερια θα χορευουμε ολοι στη Μυκονο μες΄την τρελλη χαρα? Ωραια θα ΄ταν.

Και πώς να αισιοδοξησεις όταν ακους τα παιδια,παιδια Δημοτικου,να μιλουν ηδη για τις «αναμνησεις του σχολειου» σα να είναι 40ρηδες που αναπολουν τα χαμενα σχολικα τους χρονια?

Χθες βραδυ η σχεδον 11χρονη Φιλιππα ηταν ξαπλωμενη μπρουμυτα στο χαλι κι επαιζε Fortnite με την κολλητη της-η καθεμια από το σπιτι της.

Φοραγε και τ΄ακουστικα της και δεν ακουγα το διαλογο, αλλα μαζευοντας το δωματιο του Ζουλη και της Μαγιας την ακουσα να λεει δυνατα: «Ναι ρε συ,ναι ρε,αυτή ηταν η ωραιοτερη αναμνηση !            Το πουλμαν,ναι!Το πουλμαν στις εκδρομες!Τι ωραια που περνουσαμε στις εκδρομες,πολύ γελιο!      Ηταν η καλυτερες στιγμες του σχολειου ρε συ,οι καλυτερες αναμνησεις…»

Γελωντας τα ελεγε η κορη μου και το γελιο της εμοιαζε για πρωτη φορα οχι τοσο παιδικο,μαλλον περισσοτερο εφηβικο.Εμενα ομως μ' επιασε δαγκαμα στην καρδια.

Ηθελα να σταματησει να το λεει.Και τουλαχιστον να μην το εννοει.

Και,βασικα,ηθελα να μην ισχυει: δε μπορει να τελειωσαν ολα!Δε θα προλαβει αλλη εκδρομη στο Δημοτικο το Φιλιππακι? Ηρθε ενας ιος απο μια νυχτεριδα της Κινας κι εκλεψε την παιδικη ηλικια των παιδιων μας,γαμωτο?        

Μπηκα στο μπανιο να προγραμματισω το πλυντηριο κι όταν βγηκα η Φιλιππα συνεχιζε: «…και θυμασαι τοτε στην εκδρομη στην Ακροπολη περσυ?Στο πουλμαν ειχαμε προλαβει γαλαρια και δεν αφηναμε το Γ2 να κατσει,πολύ γελιο ρε συ…και εσυ ειχες φερει το MP3 κι ακουγαμε μουσικη,θυμασαι?Και η θεαρα η κυρια Φωτεινη λεει για να δω παιδια τι ακουτε,κι εβαλε τ΄ακουστικα μας κι εμεις ακουγαμε τραπ με βρισιες και ντραπηκαμε ρε, αλλα δε μας ειπε τιποτα,ειπε μονο "Α,ωραια μουσικη παιδια!" κι εκανε πως χορευει!Θεα ρε συ!Οι καλυτερες αναμνησεις ηταν απ΄τα πουλμαν…»

Παιδια Πεμπτης Δημοτικου, και μιλανε ηδη για τις αναμνησεις του σχολειου,ενός σχολειου που αφησαν αποτομα και ενας Θεος ξερει ποτε θα το ξαναδουν-διοτι αυτό που γινεται τωρα εξυπακουεται πως δεν ονομαζεται σχολειο,κι αυτό το λεω με ολο το σεβασμο και την απεριοριστη εκτιμιση στην προσπαθεια παιδιων κι εκπαιδευτικων-όχι,το σχολειο δε είναι αυτό.

Το σχολειο είναι το πουλμαν στις εκδρομες κι η κοντρα των τμηματων ποιος θα προλαβει γαλαρια,το κυνηγητο στο διαλειμμα,το κουλουρι απ΄την κυρια Ποπη της καντινας,το σχολειο είναι «Κυρια,να παω λιγο τουαλετα?» και να συναντιεσαι στα κρυφα με το φιλαρακι απ΄το άλλο τμημα που εχετε συνεννοηθει να ζητησετε τουαλετα την ιδια ωρα,και να κανετε μια βολτα στους διαδρομους μαζι ετσι για την αλητεια και μετα να ξαναγυρνας για μαθημα,το σχολειο είναι το Bazaar των Χριστουγεννων,το σχολειο είναι ο Ζουλης με τον κολλητο του να πλακωνονται για μια κερδισμενη (και χαμενη) ταπα στο προαυλιο και οι αδελφες του Ζουλη να συσπειρωνουν το μισο σχολειο υπερ του ενός και τα ξαδελφια του κολλητου το άλλο μισο υπερ του αλλου,το σχολειο είναι οι δυο κολλητοι να συμφιλιωνονται και να χαριζουν την ενοχη ταπα σε καποιον άλλο,το σχολειο είναι τα κοριτσια να προβαρουν χορους ΤικΤοκ σε μια γωνια διπλα στις σκαλες και τ΄αγορια (με τη Φιλιππα) να παιζουν αμπαριζα.Αυτο είναι.Αυτο,και το μαθημα από κοντα με σαρκα και οστα,βεβαιως.

Ισως να λεω τα ιδια και τα ιδια σε καθε αναρτηση.Ισως να επαναλαμβανομαι.                                      Εχω γραψει πολλες φορες για το τι θεωρω πως ειναι πραγματικα το σχολειο-και το μαθησιακο κομματι ειναι το λιγοτερο.

Αλλα δε μπορω να ξεπερασω το  γεγονος οτι τραβηξαν τα παιδια μας τοσο αποτομα απο το φυσικο τους περιβαλλον.Οποιος κι αν ηταν ο λογος.

Παει,Φιλιππακο μου,η μιση Πεμπτη Δημοτικου.Για φαντασου,αυτα που ηταν δεδομενα καποτε ακομη και για τα παιδια,γιναν τωρα αναμνησεις.

Ουτε πουλμαν ουτε εκδρομες,κατσε να δουμε αν θα ξανακατσετε σε κανονικο θρανιο για φετος και βλεπουμε για του χρονου.

Πώς να μη μιλανε για αναμνησεις τα παιδια?Τουλαχιστον προλαβανε και ζησανε πεντε πραγματα,να ΄χουν να θυμουνται.Να θυμουνται πώς ηταν καποτε,μπας και κανουν κατι για να αλλαξουν το παρον (και το μελλον που τους ανηκει) γιατι από εμας τους τωρινους ενηλικες δε θα δουνε χαιρι.

Τωρα τον εχω πλησιασει πολύ τον μεγαλοσωμο τυπο.Εκει στεκεται,στην ιδια θεση και κοιταζει προς το μερος μου.Τι στο καλο…

Καλου κακου βαζω το χερι στην τσεπη του μπουφαν και σφιγγω το κινητο μου μηπως και το χρειαστω.Το ότι το εχω σε λειτουργια πτησης το αγνοω,προς στιγμην.

Οσο τον πλησιαζω μου φαινεται σα να διακρινω γνωστα χαρακτηριστικα.

«Θ…Θεμη?» ρωταω διστακτικα και σταματαω για να σιγουρευτω.

Ο ανθρωπος τιναζεται και οπισθοχωρει τρομαγμενος.

«Εεε…ναι?» μου κανει «Ποιος ειν΄εκει?»

«Θεμη εσυ εισαι?» ξαναρωταω.Τωρα η λαμπα του δρομου τον λουζει με το χλωμοκιτρινο φως της-και ναι,είναι ο Θεμης,ο γειτονας.Το σπιτι του είναι διπλα στην πολυκατοικια μας.

Ξεφυσαω με ανακουφιση-τελικα δε θα με σφαξει κανεις σημερα.

«Μπα σε καλο σου,με κοψοχολιασες» μου λεει γελωντας.

«Εγω εσενα?Εσυ να δεις!» του λεω γελωντας κι εγω «Σκεφτηκα ποιος να ΄ναι τετοια ωρα μες΄την ερημια!»

«Βγηκα να πεταξω τα σκουπιδια» μου λεει και μου δειχνει τη σακουλα που κραταει «κι εγω το ιδιο σκεφτηκα μολις σε ειδα,ποιος να ΄ναι τετοια ωρα....»

Απορω που το 1,60 μου τον τρομαξε,εστω και από μακρια.

Περπαταμε τωρα μαζι προς τα σπιτια μας και του λεω για τα φωτακια με τη μουσικη μπροστα στην καβα,που με ανατριχιασαν λιγο πριν.

«Πωπω,σα θριλερ ρε συ» μου λεει ο Θεμης.

«Ναι,Στεφεν Κινγκ τελειως,ε?» του λεω.

«Είναι περιεργα μετα τις δεκα,ακομη κι εγω αγριευομαι» μου παραδεχεται. «Τις προαλλες το ειχε σκασει μια απ΄τις γατες μου και βγηκα δωδεκα η ωρα να την ψαξω και φυσαγε κιολας και πηγα στον αποκατω δρομο να τη βρω κι ειχε κατι σκοταδια ρε συ και μια ησυχια…Γυρισα πισω,λεω στη γυναικα μου πού να τρεχω τωρα για τη γατα,ασε κι είναι κι ερημιες…»

Φαντασου,αγριευτηκε μεχρι κι ο Θεμης που είναι ένα ντερεκι 1,90.

Οι γατες βεβαια την εχουν καταβρει με την κατασταση.Ολοι μαγειρευουν μανιωδως ή παραγγελνουν φαι απ΄εξω,παντως όπως και να ΄χει πεφτει πολλη μασα στον εγκλεισμο αρα πεφτει και πολύ μασα γι΄αυτές με τα αποφαγια στα σκουπιδια.Εχουν τους καδους δικους τους και σουλατσαρουν ανενοχλητες απ΄τις 10 και μετα χωρις να φοβουνται μην τις πατησει κανενα αμαξι-ασε που τ΄αποκοσμα αυτές τα εχουνε γραμμενα στην παλια τους τη γουνα,αφου κι αυτές αποκοσμες είναι,δεν καταλαβαινουν από τετοια…


«Τελικα γυρισε η γατα?» τον ρωταω πριν τον καληνυχτισω εξω απ΄την αυλοπορτα του.

«Ναι,την άλλη μερα το πρωι» μου λεει.


Αμ τι θα κανε,δε θα γυρναγε? Κοροιδο είναι? Μια χαρα την εχουνε οι γατες.Δεν τις νοιαζει τιποτα,τις φροντιζεις,τις χαιδευεις,κι αμα στραβωσουν σου ταβανε και μια νυχιά.Για παρτη τους όλα.

«Καληνυχτα,Θεμη,οι γατες δε θ΄αλλαξουν ποτε» του λεω κι ανοιγω τη δικια μου αυλοπορτα.                Η νυχτερινη μου περιπλανηση στην αδεια και σιωπηλη πολη ελαβε τελος.

«Καληνυχτα Κεμαλ,αυτος ο κοσμος δε θ΄αλλαξει ποτε» μου ΄ρχεται ο συνειρμος βαζοντας το κλειδι στην πορτα της πολυκατοικιας ενω ακουω από διπλα τα γατια του Θεμη να νιαουριζουν στα ποδια του.

Κι υστερα θυμαμαι μια απ΄τις τελευταιες σχολικες γιορτες που προλαβαν να ζησουν τα παιδια μας,και την ατακα που «εκλεινε» την εκδηλωση.Τι γιορτη ηταν? Για το Πολυτεχνειο?Για 28η?Αυτο δεν το θυμαμαι.

Τα παιδια ειχαν τραγουδησει το υπεροχο αυτο τραγουδι,τον «Κεμαλ» του Γκατσου και του Χατζιδακι που καταληγει με το στιχο: «Καληνυχτα Κεμαλ,αυτος ο κοσμος δε θ΄αλλαξει ποτε.Καληνυχτα.»

Στη γιορτη όμως προσεθεσαν κατι στο τελος.Και στο τελος,αυτο το κατι είναι που θα μας κρατησει ολους.Δεν ξερω βεβαια πώς θα επιτευχθει,ετσι που τα εχουμε κανει τα παιδια μας,τοσα που τους εχουμε στερησει-και με τοση εικονικη πραγματικοτητα που τους εχουμε μπουκωσει.                      Ουτοπικο να πιστευεις ότι θα επιτευχθει,αλλα τωρα χρειαζομαστε πιο πολύ από ποτε να το πιστεψουμε.Και ειπαν:

«Καληνυχτα Κεμαλ.Αυτον τον κοσμο,θα τον αλλαξουμε ΕΜΕΙΣ.»

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΩΖΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΟΡΗ ΜΟΥ (ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΖΩΗΣ) - 2ο ΜΕΡΟΣ

  (Συνεχεια απο 1ο μερος) Η μεγαλη μου κορη ηταν ανεκαθεν ένα τυχερο παιδι. Χωρις να το επιδιωξει ποτε, χωρις να τη νοιαζει καν και χωρις ...